Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα, Nόσος Bechterew, Πυελοσπονδυλίτιδα, Αξονική σπονδυλαρθρίτιδα

ICD-10: Μ45

Βλέπε και το υποκεφάλαιο Σπονδυλαρθρίτιδα στο παρόν κεφάλαιο.

 

Σύντομη περίληψη του υποκεφαλαίου:

 

* Άτομα νεότερης ηλικίας με διάχυτο άλγος και πρωινή δυσκαμψία στην ΟΜΣΣ. Έκπτωση κινητικότητας.

 

* Τα συμπτώματα βελτιώνονται με τη δραστηριότητα.

 

* Διερεύνηση με ΜΤ των ιερολαγόνιων αρθρώσεων.

 

* Θεραπεία με ΜΣΑΦ και φυσική άσκηση.

Σε επιμονή των συμπτωμάτων χορήγηση αναστολέα-TNF διαμέσου ρευματολόγου.

 

* Φυσική δραστηριότητα/ άσκηση σε όλη τη διάρκεια της ζωής.

 

Ορισμός

Χρόνια φλεγμονώδης ρευματική νόσος, η οποία προσβάλλει κυρίως τις ΙΛ-αρθρώσεις, τη σπονδυλική στήλη, όπως και τις πλευροσπονδυλικές αρθρώσεις.

Μπορεί επιπλέον να προσβάλλει και περιφερικές αρθρώσεις.

Η νόσος Bechterew (συνώνυμα είναι Πυελοσπονδυλίτιδα και αντίστοιχα Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα) συμπεριλαμβάνεται στην ομάδα Σπονδυλαρθρίτιδες, που σημαίνει φλεγμονώδης αρθρική νόσος, η οποία προσβάλλει τη σπονδυλική στήλη.

Δευτεροπαθείς μορφές των σπονδυλαρθρίτιδων μπορούν να εκδηλωθούν σε ελκώδη κολίτιδα, νόσο Crohn, ψωριασική αρθρίτιδα κ.ά., μερικές φορές ακόμη και σε χρόνια ρευματοειδή αρθρίτιδα των παιδιών.

 

Αιτία

Άγνωστη.

Κληρονομικός παράγοντας.

Πάνω από το 90% των ασθενών με νόσο Bechterew φέρουν αντιγόνο ιστοσυμβατότητας HLAB-27 (σε δείγμα ορού).

Απαιτείται κάποιος επιπλέον, μέχρι σήμερα άγνωστος, παράγοντας για την έναρξη της νόσου.

Νόσηση/ έναρξη συνηθέστερα γύρω στην ηλικία των 20- κατά κανόνα πριν από την ηλικία των 40 ετών.

Οι άντρες προσβάλλονται 3 φορές συχνότερα από τις γυναίκες.

 

Συμπτώματα

Διάχυτος πόνος και δυσκαμψία, αθόρυβη έναρξη, πόνος ιδιαίτερα αργά τη νύχτα.

Ο πόνος αυξάνεται αργά και προκαλεί έκπτωση της κινητικότητας.

Κατά κανόνα ξεκινάει γύρω από την οσφυϊκή/ γλουτιαία περιοχή και μετά επεκτείνεται στη ΘΜΣΣ και τον αυχένα.

 

Πρωινή δυσκαμψία, επιδείνωση μετά από διαλείμματα ανάπαυσης.

Ο πόνος ανακουφίζεται μερικές φορές με τη δραστηριότητα.

Μπορεί να συμμετέχουν ακόμη και διάφορες άλλες αρθρώσεις του σώματος.

 

Μπορεί επίσης να αποτελεί πρώτο σύμπτωμα (κυρίως στις αρθρώσεις των ισχίων και των γονάτων, ακόμη και στις πλευροσπονδυλικές αρθρώσεις, μεταξύ της λαβής και του σώματος του στέρνου, των στερνοκλειδικών αρθρώσεων).

 

Πόνος στις καταφύσεις των συνδέσμων (ενθεσοπάθειες, π.χ. πελματιαία απονευρωσίτιδα).

Αλλαγή της πλευράς με χαρακτηριστικούς οξείς πόνους στην ιερολαγόνια περιοχή.

Δακτυλίτιδα.

Γενικά συμπτώματα μείωσης βάρους και κόπωσης.

Υποψία νόσου Bechterew μπαίνει σε ασθενείς < 40 ετών, οι οποίοι ξυπνούν πριν από τις πρωινές ώρες με πόνο > 3 μήνες και έντονη δυσκαμψία στη σπονδυλική στήλη με βελτίωση των συμπτωμάτων κατά τη δραστηριότητα.

Προστατίτιδα, ιρίτιδα, φλεγμονώδης εντερική νόσος και ψωρίαση συχνά σχετίζονται με τη νόσο Bechterew.

 

Αντικειμενική εξέταση

Έκπτωση της κινητικότητας στη σπονδυλική στήλη, το θώρακα, συχνά ευαισθησία στις ιερολαγόνιες αρθρώσεις.

Μερικές φορές συμμετοχή των περιφερικών αρθρώσεων, πχ. αρθρίτιδες γύρω από το στέρνο.

Η μειωμένη πλάγια κινητικότητα στην περιοχή μετάβασης από τη θωρακική στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης αποτελεί πρώιμο σημείο.

Μερικές φορές ομοιόμορφο οίδημα δακτύλων χεριών ή ποδιών (δακτυλίτιδα).

 

Διαφορική διάγνωση

Άλλες σπονδυλαρθρίτιδες (ψωριασική αρθρίτιδα, αντιδραστική αρθρίτιδα, αρθρίτιδα σε φλεγμονώδη νόσο εντέρου ή εντεροαρθρίτιδα), λουμπάγκο, ανεπάρκεια σπονδυλικής στήλης, σπονδύλωση.

 

Διερεύνηση

Σε νεοεμφανιζόμενη νόσο πρέπει να γίνεται εκτίμηση από ρευματολόγο.

 

Για την εκτίμηση της κινητικότητας με τυποποιημένη μέθοδο υπάρχουν στένσιλ (καλό είναι να ζητήσετε τη βοήθεια ενός φυσιοθεραπευτή).

Παρακολουθήστε την κινητικότητα του θώρακα στην εισπνοή (η περίμετρος του θώρακα στο ύψος του τέταρτου μεσοπλεύριου διαστήματος φυσιολογικά αυξάνει τουλάχιστον 4 εκατοστά).

Μετρήστε την κινητικότητα ανάμεσα στις ακανθώδεις αποφύσεις των Α7-Ι1 (δοκιμασία Schobert) σε όρθια στάση και αντίστοιχα σε κάμψη προς τα μπρος.

Φυσιολογικά αυξάνει περίπου 10 εκατοστά, αλλά σε ασθενείς νόσου Bechterew αυξάνει ένα εκατοστό το πολύ.

 

Ακτινολογικός έλεγχος:

α/α ΟΜΣΣ (μπορεί να χρειαστούν 5-10 χρόνια [-15], πριν να γίνουν ορατές οι ακτινολογικές μεταβολές), ΜΤ (ή ΑΤ) των ιερολαγόνιων αρθρώσεων και της ΟΜΣΣ με διαγνωστικό ερώτημα για πιθανή σπονδυλίτιδα-ιερολαγονίτιδα.

Η ΜΤ (ή ΑΤ) μπορεί να αποκαλύψει πρώιμες βλάβες των ιερολαγόνιων αρθρώσων.

Η ΜΤ σε αντίθεση με την ΑΤ μπορεί να αποκαλύψει φλεγμονή της σπονδυλικής στήλης και των ΙΛ-αρθρώσεων.

 

Μετά από ένα ολόκληρο χρόνο οι σπόνδυλοι επανασχηματίζονται και γίνονται περισσότερο τετραγωνισμένοι, ώστε τελικά δίνουν όλο και περισσότερο την εικόνα ενός μπαμπού.

Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εικόνα, την κληρονομικότητα, όπως επίσης και στις ακτινολογικές εκτιμήσεις.

Υπάρχει τυχόν ιστορικό/ σημεία προστατίτιδας, ιρίτιδας, εντερικών λοιμώξεων, ψωρίασης; (σχετίζονται με τη νόσο Bechterew).

 

Εργαστηριακός έλεγχος:

Hb, TKE, CRP, λευκοκύτταρα, αιμοπετάλια (αποτελούν τις παραμέτρους εκτίμησης του βαθμού της φλεγμονής).

Ο έλεγχος του HLAB-27 δεν είναι απαραίτητος στην πρωτοβάθμια περίθαλψη

(είναι θετικό στο 90% των ασθενών με νόσο Bechterew και στο 10% του συνολικού πληθυσμού).

 

Θεραπεία

Δεν υπάρχει διαθέσιμη ειδική θεραπεία.

 

Βάση της θεραπείας αποτελεί η τακτική και για όλη τη διάρκεια της ζωής φυσική δραστηριότητα/ άσκηση, τα οποία διατηρούν την κινητικότητα και μειώνουν τον πόνο.

Πρόγραμμα γυμναστικής διαμέσου φυσιοθεραπευτή και οπωσδήποτε σε κατάλληλα προσαρμοσμένες ομάδες.

 

Εργονομικές οδηγίες.

 

Η φαρμακολογική θεραπεία αφορά κατά πρώτο λόγο σκευάσματα ΜΣΑΦ, ίσως σε συνδυασμό με παρακεταμόλη.

Σε θεραπευτική αστοχία ή σε συμμμετοχή περιφερικών αρθρώσεων παραπομπή σε ρευματολόγο.

 

Όλοι οι ασθενείς, στους οποίους δεν επιτυγχάνεται ικανοποιητικό αποτέλεσμα με τη φυσιοθεραπευτική θεραπευτική προσέγγιση και τα ΜΣΑΦ, παραπέμπονται σε ρευματολόγο για επιβεβαίωση της διάγνωσης και με ερώτημα για τυχόν έναρξη αγωγής με αναστολείς-TNF.

 

Αντιμετωπίστε θεραπευτικά τα σχετιζόμενα νοσήματα σύμφωνα με τα παραπάνω.

Σε ορισμένους ασθενείς εκδηλώνονται καρδιοπνευμονικές επιδράσεις.

Γι’ αυτό συνιστάται διακοπή καπνίσματος.

 

Φαρμακευτική αγωγή

 

ΜΣΑΦ: Ιβουπροφαίνη | Ναπροξένη | Κετοπροφαίνη.

Παρακεταμόλη.

 
Τελευταία ενημέρωση: Σεπτέμβριος 2019