Οστεοαρθρίτιδα ακρωμιοκλειδικής

ICD-10: M19

Βλέπε επίσης το υποκεφάλαιο Σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής της άρθρωσης του ώμου στο παρόν κεφάλαιο.

 

Αιτία

Άγνωστη, αυξάνει, όπως όλες οι οστεοαρθρίτιδες με την αύξηση της ηλικίας.

Η νόσος της οστεοαρθρίτιδας συχνά προσβάλλει πολλαπλές αρθρώσεις.

Επίσης μπορεί να αποτελεί και μέρος μίας ρευματικής νόσου, να εκδηλωθεί μετά από κάταγμα/ τραυματισμό ή κοπιαστική εργασία (π.χ. εργασία με δονούμενο/κρουστικό εργαλείο).

Συχνά αποτελεί μέρος μίας υπακρωμιακής προστριβής-/ συνδρόμου μυοτενόντιου πετάλου.

 

Συμπτώματα

Συχνά πόνος στον ώμο, αυξανόμενος προοδευτικά με αργό ρυθμό και με δυσχέρεια κατάκλισης στην πλευρά, που έχει προσβληθεί.

Ο ασθενής δυσκολεύεται να αγγίξει με το χέρι τον ώμο της άλλης πλευράς, στο να βγάλει το πορτοφόλι του από την πίσω τσέπη και στο να εκτελέσει παρόμοιες κινήσεις.

 

Αντικειμενική εξέταση

Στην οστεοαρθρίτιδα μπορεί να δημιουργηθεί οστεόφυτο (’’εξόγκωμα’’), το οποίο είναι τόσο ψηλαφητό, όσο και ορατό στην άρθρωση.

Επώδυνο τόξο στις 160-180ο, ο έλεγχος γίνεται με την παλάμη του ασθενή προς τα πάνω.

Συχνά ο ασθενής δεν αποκτά πλήρη κινητικότητα.

Με τον έλεγχο ασκείται συμπίεση στην ακρωμιοκλειδική άρθρωση.

 

Διαφορική διάγνωση

Περιτενοντίτιδα αποτιτανωμένη, τενοντίτιδες ή ρήξεις μυοτενόντιου πετάλου, όγκοι, σηπτική αρθρίτιδα.

Σε οξεία εκδήλωση συμπτωμάτων μετά από πτώση με τεντωμένο πάνω άκρο ή άμεσο τραυματισμό σκεφτείτε το εξάρθρημα της ακρωμιοκλειδικής άρθρωσης, οπότε τότε παραπέμπεται επειγόντως σε ορθοπαιδικό.

 

Διερεύνηση

Αντικειμενική εξέταση διαμέσου κλινικής εκτίμησης.

Ίσως α/α σε διόγκωση της άρθρωσης για αποκλεισμό τυχόν όγκου.

 

Θεραπεία

Φυσιοθεραπεία με βασικό στόχο την ατομική προπόνηση.

 

Η ένεση κορτιζόνης προσφέρει κάποια ανακούφιση (ένεση στο πίσω τμήμα της άρθρωσης με λεπτή βελόνα, με κατεύθυνση κεντρικά/ προς τα κάτω).

 

Σε έντονη συμπτωματολογία παραπομπή σε ορθοπαιδικό με διαγνωστικό ερώτημα την αναγκαιότητα εκτομής του πλάγιου τμήματος της κλείδας.

 

Φαρμακευτική αγωγή

 

Στεροειδές: Μεθυλπρεδνιζολόνη.

 
Τελευταία ενημέρωση: Σεπτέμβριος 2019