Ουρολοιμώξεις σε άντρες – Κυστίτιδα, Λοίμωξη κατώτερου ουροποιητικού

ICD-10: N30

Αιτία

Συχνά οφείλεται σε συγκεκριμένη αιτία των περιφερικών τμημάτων του ουροποιητικού.

Τέτοιες ιδιαίτερες καταστάσεις, που μπορούν να προκαλέσουν κατακράτηση ούρων (υπερπλασία προστάτη, άλλες καταστάσεις, οι οποίες παρεμποδίζουν τη ροή των ούρων, νευρογενείς διαταραχές της κύστης), αλλά και άλλες συνθήκες στην ουροδόχο κύστη, οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξη βακτηριδίων (καθετήρες, λιθίαση ουροδόχου κύστης, κακοήθειες).

Επίσης είναι συνηθισμένες οι υποτροπιάζουσες λοιμώξεις από τα ίδια στελέχη βακτηρίων.

Στο 80% οφείλονται στην E.coli.

 

Συμπτώματα

Δυσουρία, πολυουρία, υπερηβικά άλγη.

Μπορεί να συνυπάρχει πυρετός.

Επίσης μερικές φορές μπορεί να υπάρχει άλγος στην οσφυική χώρα της ΣΣ.

 

Διερεύνηση

Δοκιμασία νιτρικών, καλλιέργεια ούρων, CRP για καθορισμό του βαθμού της λοίμωξης.

Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΦ (2018) συστήνεται άμεσος απεικονιστικός έλεγχος ουροποιητικού και προστάτη.

Όταν είναι η δεύτερη φορά, που ο ασθενής προσβάλλεται από ουρολοίμωξη:

Αξονική τομογραφία νεφρών, εκτίμηση του υπολειπόμενου όγκου ούρων και χρονική διάρκεια ούρησης, κυστεοσκόπηση, δακτυλική εξέταση από το ορθό, ενδεχομένως PSA.

 

Διάγνωση

Θετική δοκιμασία νιτρικών/ θετική καλλιέργεια ούρων.

Όταν πρόκειται για καλλιέργεια θετική σε Ε.Cοli και δείγμα ούρων από το μέσο της ούρησης, απαιτείται ανεύρεση >10.000-100.000 βακτ./mL στην καλλιέργεια ούρων (ανάλογα και με το βακτηριακό στέλεχος και το εργαστήριο).

Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΦ (2018 [1]) συστήνεται άμεσος απεικονιστικός έλεγχος ουροποιητικού και προστάτη.

Διαφορική διάγνωση

Χλαμυδιακή λοίμωξη, γονόρροια, προστατίτιδα.

Θεραπεία

Αντιβιοτικά σύμφωνα με ότι προτείνεται [1] από τον ΕΟΦ (2018).

(Διάρκεια θεραπείας 1-2 εβδομάδες).

Τριμεθοπρίμη-σουλφομεθοξαζόλη (160/800mg x2, po).

Σιπροφλοξασίνη 500mg x2, po ή

Λεβοφλοξασίνη 500-750mg x1, po.

Φαρμακευτική αγωγή

Αντιβιοτικά

Λεβοφλοξασίνη: Cinlevo | Evoxil | Flaxidel.

Σιπροφλοξασίνη: Ciprovian / sol.inf.

Τριμεθοπρίμη-σουλφομεθοξαζόλη: Bactrimel.
Τελευταία ενημέρωση: Ιανουάριος 2023