Οστεοπόρωση, Μείωση οστικής μάζας, Οστεοπορωτικά κατάγματα

ICD-10: M81

Σύντομη περίληψη της παραγράφου της θεραπείας:

 

* Φαρμακευτική θεραπεία εξετάζεται κατά πρώτο λόγο μετά από οστεοπορωτικό κάταγμα και/ή ταυτόχρονη χαμηλή οστική μάζα (< – 2,5 SD).

 

DXA συστήνεται σε όλα τα άτομα, τα οποία σύμφωνα με την κλίμακα αξιολόγησης FRAX, www.shef.ac.uk/FRAX/ εκτιμάται ότι παρουσιάζουν κίνδυνο κατάγματος > 15%.

 

* Πρωταρχικά χορήγηση διφωσφονικών (π.χ. δισκίο αλενδρονικού οξέος εβδομαδιαία). Σε δυσανεξία στα δισκία γίνεται έγχυση ζολενδρονικού οξέος 1 φορά το χρόνο.

Σε δυσανεξία στα διφωσφονικά γίνεται ένεση δενοσουμάμπης υποδορίως 2 φορές/έτος.

 

* Ασβέστιο και βιταμίνη-D χορηγούνται παράλληλα με τη θεραπεία κατά της οστεοπόρωσης.

 

* Η βάση της θεραπείας είναι η διακοπή του καπνίσματος, η σωματική άσκηση, η παραμονή σε εξωτερικούς χώρους (με έκθεση στον ήλιο). Αν χρειαστεί, προστασία κατά των πτώσεων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται προφύλαξη των ισχίων.

 

Ορισμός

Χαμηλή οστική μάζα. Μία συστημική νόσος του οστίτη ιστού, που χαρακτηρίζεται από μειωμένη δύναμη εξαιτίας της μειωμένης οστικής πυκνότητας και/ή της μεταβολής της ποιότητας των οστών. Αποτελεί παράγοντα κινδύνου για κατάγματα οστών.

 

Μέτρηση οστικής πυκνότητας: Μέτρηση – DXA στο ισχίο και τη σπονδυλική στήλη.

Υψηλότερη τιμή από – 1 SD = Φυσιολογική.

Μεταξύ – 1 SD και – 2,5 SD = Χαμηλή οστική μάζα (οστεοπενία).

Κάτω από – 2,5 SD = Οστεοπόρωση.

Κάτω από -2,5 SD + κάταγμα ευθραστότητας = Έκδηλη (εγκαστεστημένη) οστεοπόρωση.

 

SD = Σταθερές αποκλίσεις της οστικής μάζας σε νέες υγιείς γυναίκες κατά τη μέτρηση με DXA.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και άντρες > 50 ετών.

Σε νεότερα άτομα απουσιάζουν τα σαφή όρια για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης.

Η DXA ή οι υπερηχογραφικές εξετάσεις της πηχεοκαρπικής, της φτέρνας ή των δαχτύλων των χεριών ή ο ακτινολογικός έλεγχος, που γίνεται σε οδοντίατρο, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, για να τεθεί η διάγνωση της οστεοπόρωσης.

 

Πρωτοπαθής οστεοπόρωση:

Η ‘‘συνηθισμένη’‘ οστεοπόρωση κυρίως σε γυναίκες, στις οποίες δεν υπάρχει καμία υποκείμενη νόσος/φαρμακευτική θεραπευτική αγωγή.

 

Δευτεροπαθής οστεοπόρωση:

Προκαλείται από υποκείμενη νόσο ή από φαρμακευτική αγωγή.

 

Αιτιολογία

Παράγοντες κινδύνου οστεοπόρωσης και/ή καταγμάτων ευθραστότητας:

 

Οι πιο ισχυροί παράγοντες κινδύνου είναι προηγούμενα κατάγματα χαμηλής ενέργειας, συστημική θεραπεία με κορτιζόνη > 3 μηνών.

Γενικά τάση για πτώσεις, οστική μάζα < -2,5 SD, μεγάλη ηλικία, κάταγμα ισχίου ή σπονδύλων σε γονείς.

 

* Παράγοντες, που μπορούν να αποφευχτούν:

Φυσική αδράνεια/ ακινησία (προκαλούν μεταξύ άλλων χειρότερη ισορροπία διαμέσου επιδείνωσης της ιδιοδεκτικότητας και μυϊκής ατροφίας), κάπνισμα, μακροχρόνιο αδυνάτισμα και αντίστοιχα χαμηλό βάρος/ ΔΜΣ < 20, ανεπαρκής πρόσληψη ασβεστίου (700 mg την ημέρα, περίπου 3 ποτήρια γάλα είναι αρκετά, για να αποφευχτεί η μείωση της οστικής μάζας.

 

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο όφελος με περισσότερο ασβέστιο), ανεπάρκεια-βιταμίνης D, γνωστή οστεοπόρωση (αποτελεί τον καλύτερο προγνωστικό παράγοντα για κάταγμα), τάση για πτώσεις (αναιμία, ορθοστατική υπόταση, ακανόνιστος καρδιακός ρυθμός, πηγές εμβόλων, ζάλη, μείωση όρασης ή αισθητικότητας, συγχυτικά επεισόδια, επιληψία, ασταθή υποδήματα, τάπητες, που γλιστρούν, ολισθηρό δάπεδο, ανεπαρκής φωτισμός μέσα και έξω κ.ά.), κάπνισμα καπνού (αποτελεί ξεκάθαρο παράγοντα κινδύνου για κάταγμα), υψηλή κατάναλωση αλκοόλ, χαμηλή έκθεση στον ήλιο, μειωμένη όραση, έλλειψη τεστοστερόνης σε άντρες.

 

Ορισμένα νοσήματα (υπερπαραθυρεοειδισμός, ΧΑΠ, νόσος Cushing, νόσος Parkinson, κατάσταση μετά από ΑΕΕ, μυέλωμα, υπογοναδισμός σε άντρες, διαβήτης, νεφρική ανεπάρκεια, υπερθυρεοειδισμός, ΡΑ και άλλα ρευματικά νοσήματα, φλεγμονώδης νόσος εντέρου [κυρίως νόσος Crohn], δυσαπορρόφηση [π.χ. μετά από επέμβαση Billroth, κοιλιοκάκη], μακροχρόνια αμηνόρροια σε γυναίκες γόνιμης ηλικίας, κακοήθη νοσήματα.

 

Φαρμακευτική θεραπεία (θεραπευτική χορήγηση κορτιζόνης από το στόμα, ηρεμιστικά [προσοχή μεταξύ άλλων στη διαζεπάμη, η οποία έχει μακρό χρόνο ημίσειας ζωής με κίνδυνο συσσώρευσης], νευροληπτικά, ορισμένα αντιεπιληπτικά, πιογλιταζόνη [= Actos], θεραπεία με ηπαρίνη μακράς διάρκειας, φάρμακα, που μειώνουν τα επίπεδα των φυλετικών ορμονών [αναστολείς της αρωματάσης σε καρκίνο μαστού και θεραπεία με GnRH σε καρκίνο προστάτη], ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.

 

Υπάρχει η υποψία ότι τα σκευάσματα  SSRI αυξάνουν τον κίνδυνο της οστεοπόρωσης).

 

* Παράγοντες, που είναι αναπόφευκτοι:

Κληρονομικότητα, υψηλή ηλικία (στην ηλικία των 50 ετών αρκετά άτομα πάσχουν από κάποιο βαθμό οστεοπόρωσης, η οποία αυξάνεται σε πάνω από 30% στην ηλικία των 70 ετών.

 

Τα περισσότερα κατάγματα του ισχίου αφορούν άτομα πάνω από την ηλικία των 80 ετών), γυναικείο φύλο, πρώιμη εμμηνόπαυση (πριν από την ηλικία των 45 ετών), εθνικότητα (οι Ασιάτισσες διατρέχουν > κίνδυνο από ό,τι οι Ευρωπαίες και αυτές > από τις έγχρωμες).

 

Δεν έχει βρεθεί καμία συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης γάλατος και του κινδύνου για κατάγματα σε υγιή άτομα μέχρι την ηλικία των 80-ετών.

Μετά από αυτή υπάρχει μία ασθενής συσχέτιση.

 

Συμπτώματα

Συχνά χωρίς κανένα σύμπτωμα.

Μερικές φορές μακροχρόνια ραχιαλγία, η οποία οφείλεται σε οξεία συμπίεση σπονδύλου ή είναι επακόλουθο προηγούμενης παρόμοιας βλάβης (υποδιαγιγνώσκεται).

Η μείωση του ύψους σημαίνει συνήθως συμπίεση σπονδύλων εξαιτίας μείωσης της οστικής μάζας.

Κατάγματα (χαμηλής ενέργειας ή κατάγματα ευθραυστότητας).

 

‘‘Η ακολουθία των καταγμάτων’‘ της οστεοπόρωσης:

Κάταγμα κερκίδας – κάταγμα σπονδύλου – κάταγμα ισχίου, το οποίο αυξάνεται με την ηλικία και είναι το πιο σοβαρό.

 

Αντικειμενική εξέταση

Άτομα με μείωση του αναστήματος, αύξηση της θωρακικής κύφωσης, μικρή απόσταση μεταξύ του πλευρικού τόξου και της λαγόνιας ακρολοφίας, μειωμένη κινητική ικανότητα.

Υπογοναδισμός σε άντρες;

 

Διερεύνηση

Ιστορικό:

Ιστορικό ή κληρονομικότητα σε κατάγματα χαμηλής ενέργειας;

Μείωση αναστήματος; ( > 3 cm πριν από τα 70 έτη, > 5 cm μετά από τα 70 έτη είναι παθολογική).

Πρώιμη εμμηνόπαυση;

Φάρμακα, που προδιαθέτουν σε κατάγματα; Κίνηση; Κάπνισμα;

Νοσήματα, που προδιαθέτουν σε κατάγματα;

 

Μέθοδος υπολογισμού FRAX, που να βασίζεται στο διαδίκτυο www.shef.ac.ukl/FRAX/, η οποία προσφέρει οδηγίες για το ποιοι ασθενείς χρειάζονται επιπλέον εξέταση με μέτρηση-DXA (≥ 15%).

Στη FRAX συμπεριλαμβάνονται ύψος, βάρος, ηλικία, φύλο, προηγούμενα κατάγματα, κληρονομικότητα, κάπνισμα, αλκοόλ, θεραπεία με κορτιζόνη (όχι όμως δόση) και νοσήματα, τα οποία σχετίζονται με 2παθή οστεοπόρωση.

Αποτελεί εργαλείο διερεύνησης και όχι παρακολούθησης.

 

Μέτρηση της οστικής μάζας:

Εξετάστε εκείνα τα άτομα, που έχουν υποστεί κάταγμα χαμηλής ενέργειας ή παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο κατάγματος (FRAX ≥ 15%).

Η καλύτερη μέτρηση επιτυγχάνεται με DXA ισχίου και ΟΜΣΣ (Dual X-ray Absorptiometry), στην οποία ως υλικό αναφοράς χρησιμοποιούνται μετρήσεις από νέους υγιείς ενήλικες, ανάλογα με το φύλο του ίδιου πληθυσμού.

Δε συστήνεται προσυμπτωματικός έλεγχος σε ηλικίες κάτω των 65 ετών.

 

Ακτινογραφικός έλεγχος:

ΘΜΣΣ, ΟΜΣΣ, κάταγμα σπονδύλου;

(Η α/α δεν αποτελεί αξιόπιστη μέθοδο για την εκτίμηση της οστικής μάζας).

Ίσως χρειαστεί MRI σε υποψία κατάγματος σπονδύλου.

 

Εργαστηριακός έλεγχος:

Ύψος, βάρος, Hb, ΤΚΕ (αποκλείστε το μυέλωμα), λευκοκύτταρα, ιονισμένο Ca-ορ. (αποκλείστε τον υπερπαραθυρεοειδισμό), αλκαλική φωσφατάση-ορ, κρεατινίνη-ορ, γλυκόζη-πλ, φώσφορος-ορ, TSH-ορ, T4-ορ, τεστοστερόνη-ορ (για άντρες, όταν υπάρχει υποψία υπογοναδισμού). PSA, CDT-ορ. ή μέτρηση άλλου δείκτη αλκοόλ σε υποψία, βιταμίνη-D (25-ΟΗ-βιταμίνη D-ορ), PTH-ορ, κορτιζόλη-ορ. (πρωινή μέτρηση), αντισώματα τρανσγλουταμινάσης (σε υποψία κοιλιοκάκης).

Γενικά φαίνεται ότι η δευτεροπαθής οστεοπόρωση εκδηλώνεται περισσότερο σε άντρες.

 

Βιοψία οστών:

Σε εγκατεστημένη οστεοπόρωση σε άντρες < 50 ετών, όταν δεν έχει βρεθεί άλλη αιτία, ή στους οποίους γενικά υπάρχει λόγος για υποψία οστεομαλάκυνσης.

 

Θεραπεία

Κίνηση και διακοπή καπνίσματος!

Επαρκής διατροφή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ.

Καθημερινοί περίπατοι, παραμονή έξω από το σπίτι! Αν χρειαστεί, ασκήσεις ισορροπίας, φυσιοθεραπεία.

 

* Προστασία ισχίου:

Χρήσιμο σε ηλικιωμένους, αδύνατους με ροπή για πτώσεις.

 

* Προστασία από πτώσεις:

Επίσης η εστίαση στην προφύλαξη από πτώσεις είναι χρήσιμη. Εξατομικευμένη προσαρμοσμένη εκγύμναση μυϊκής ισχύος και ισορροπίας, μέτρα μείωσης του κινδύνου πτώσης στην οικία (απουσία ολισθηρών ταπήτων κ.ά.), μείωση ηρεμιστικών φαρμάκων, βελτίωση της μειωμένης όρασης.

 

* Η φαρμακολογική θεραπεία σε φυσιολογικές καταστάσεις είναι τα διφωσφονικά από το στόμα.

Θεραπεία δεύτερης εκλογής αποτελεί η έγχυση ζολεδρονικού οξέος μία φορά/έτος ή η ένεση δενοσουμάμπης (σε μειωμένη νεφρική λειτουργία) κάθε 6ο μήνα.

Όσο αφορά τα διφωσφονικά, υπάρχει γνωστός κίνδυνος για άτυπο κάταγμα του μηριαίου οστού (χαμηλός κίνδυνος σε σχέση με τα οφέλη της θεραπείας).

Το ασβέστιο χορηγείται συγχρόνως με βιταμίνη-D και όχι μεμονωμένα ως θεραπεία στην οστεοπόρωση.

 

Συστήνεται η ακόλουθη φαρμακευτική θεραπευτική αγωγή:

 

- Προηγούμενο κάταγμα ισχίου ή σπονδύλου μετά από βία χαμηλής ενέργειας.

 

- Προηγούμενο κάταγμα χαμηλής ενέργειας και οστική μάζα ≤  -2 SD.

 

- Περισσότεροι παράγοντες κινδύνου ή όταν ο αλγόριθμος FRAX δείχνει 10-ετή κίνδυνο για κάταγμα > 15% συγχρόνως με οστική μάζα < -2 SD.

 

- Σε προγραμματισμένη θεραπεία με κορτικοστεροειδή από το στόμα, χορηγείται αμέσως προφύλαξη, όταν στο Τ-score ≤ - 1,0 SD.

 

- Όταν πρόκειται για πολλαπλά κατάγματα σπονδύλων σε ηλικιωμένους, μπορεί ενδεχομένως να ξεκινήσει θεραπεία, χωρίς να έχει προηγηθεί μέτρηση οστικής πυκνότητας.

 

Ποτέ δεν είναι αργά για έναρξη της θεραπείας (εξαιρείται η θεραπεία σε περίπτωση ταυτόχρονης αγωγής κορτιζόνης από το στόμα).

Με τη συγκεκριμένη θεραπεία επιτυγχάνεται άριστο αποτέλεσμα σε ηλικιωμένους (+75) με σοβαρή οστεοπόρωση.

Δεν έχει οριστεί η χρονική διάρκεια της θεραπείας.

Συχνά στην πράξη 5-6 έτη μετά από κάθε διακοπή της θεραπείας, και εφόσον οι τιμές της DXA παραμένουν σταθερές, εξετάζεται το ενδεχόμενο επανεκτίμησης κάθε δεύτερο έτος.

Αν όμως χορηγείται ως θεραπεία κορτιζόνη ή αναβολικά, η επανεκτίμηση γίνεται συχνότερα.

 

* Βιταμίνη-D και Ασβέστιο:

Αποτελούν φάρμακα πρώτης εκλογής και χορηγούνται μαζί ως θεραπεία από το στόμα σύμφωνα με τα παρακάτω.

Δε χορηγούνται μεμονωμένα, όταν πρόκειται για θεραπεία της οστεοπόρωσης.

Ίσως χορηγηθούν σε άτομα, τα οποία διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για καταστάσεις έλλειψης, π.χ. σε δυσαπορρόφηση ή πολύ χαμηλό βαθμό έκθεσης σε φως ημέρας/στον ήλιο.

Ελέγξτε το ασβέστιο-ορ. και την κρεατινίνη-ορ, ιδιαίτερα σε μειωμένη νεφρική λειτουργία.

 

Βιταμίνη-D:

Συστήνεται ≥ 800 IU/24ωρο ως συμπληρωματική αγωγή κατά τη θεραπευτική αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης.

Οι ηλικιωμένοι παρουσιάζουν συχνά έλλειψη, γιατί υπάρχει δυσχέρεια στη δημιουργία βιταμίνης-D στο δέρμα, εκτίθενται λιγότερο στον ήλιο, τρώνε λιγότερο και διαθέτουν μικρότερη ικανότητα επαναρρόφησης.

 

Ασβέστιο:

> 500 mg/24ωρο (πρόσληψη με τη διατροφή, καθώς και ως συμπλήρωμα).

100 ml γάλα/100 ml ξινόγαλο/1 φέτα τυρί αντιστοιχούν το καθένα σε 100 mg ασβεστίου.

Στις φυσιολογικές περιπτώσεις συνιστάται προσθήκη 500-1000 mg/24ωρο και αυτό ως διατροφικό συμπλήρωμα.

 

Όταν η πρόσληψη ασβεστίου διαμέσου της καθημερινής διατροφής είναι φυσιολογική συστήνεται συμπληρωματική χορήγηση 500 mg ασβεστίου και 800 ΔΜ βιταμίνης-D καθημερινά.

 

* Τα διφωσφονικά (αλενδρονικό οξύ) αποτελούν φάρμακο πρώτης εκλογής.

Συνδυάζονται με ασβέστιο και βιταμίνη-D, αλλά δεν πρέπει να λαμβάνονται την ίδια χρονική στιγμή.

Αν τα διφωσφονικά από το στόμα δεν είναι ανεκτά (ενοχλήσεις κατάποσης/-στομάχου/-εντέρου), εναλλακτική λύση αποτελεί η χορήγηση ζολενδρονικού οξέος, το οποίο χορηγείται διαμέσου έγχυσης 1 φορά/ έτος.

Αυτό προϋποθέτει όμως ότι τα δισφωσφονικά είναι ανεκτά από τον ασθενή.

 

Τα διφωσφονικά προλαμβάνουν αποτελεσματικά τα κατάγματα των σπονδύλων και τα περιφερικά κατάγματα και σε μικρότερο βαθμό τα κατάγματα του ισχίου.

 

Συστήνεται έλεγχος νεφρικής λειτουργίας (GFR>35 ml/min) πριν από την έναρξη χορήγησης και στη διάρκεια της θεραπείας.

 

Τα διφωσφονικά σε σπάνιες περιπτώσεις μπορούν να προκαλέσουν οστεονέκρωση των γνάθων και αντίστοιχα κατάγματα μηριαίου.

Ενημερώστε λεπτομερώς τους ασθενείς για το πώς πρέπει να λαμβάνεται το φάρμακο, τόσο για να επιτευχτεί το βέλτιστο αποτέλεσμα, όσο και για την αποφυγή παρενεργειών (βλέπε ΕΟΦ).

 

Ως κανονική διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά θεωρούνται τα 5 χρόνια περίπου, όσο αφορά την p.o. χορήγηση αλενδρονικού οξέος και τα 3 χρόνια όσο αφορά την παρεντερική χορήγηση διφωσφονικών (ζολενδρονικού οξέος).

 

Όταν ο κίνδυνος κατάγματος παραμένει υψηλός (οστεοπόρωση, συμπίεση σπονδύλου, νέο κάταγμα παρά τη θεραπεία ή συνεχιζόμενη θεραπεία με κορτιζόνη ≥ 5 mg πρεδνιζολόνης/ ημέρα), οι παραπάνω θεραπευτικοί χρόνοι μπορεί να παραταθούν σε συνολικά 10 χρόνια, όσο αφορά την p.o. χορήγηση και 6 χρόνια όσο αφορά την παρεντερική χορήγηση διφωσφονικών.

Ότι αναφέρεται εδώ σχετικά με τη διάρκεια χορήγησης της θεραπείας δεν αφορά τη δενοσουμάμπη (βλέπε σχετικά παρακάτω στην παράγραφο της δενοσουμάμπης).

 

Μετά από τη διακοπή χορήγησης συνεχίζεται η ικανοποιητική δράση τους στο σκελετό για διάρκεια αρκετών ετών.

Μετά από τη διακοπή να γίνεται επανεκτίμηση κάθε δεύτερο έτος με DEXA.

Τα διφωσφονικά είναι επίσης κατάλληλα για την πρόληψη οστεοπόρωσης, που οφείλεται σε γλυκοκορτικοειδή.

 

Ο κίνδυνος από τη χρήση κορτιζόνης αυξάνεται ανάλογα με τη χρονική διάρκεια της θεραπείας και το ποσό της καθημερινής δόσης.

Διαπιστώνεται αμέσως μετά από 3 μήνες.

Γι’ αυτό μην καθυστερείτε την έναρξη της θεραπείας!

Δεν είναι γνωστή η ελάχιστη ασφαλής δόση κορτιζόνης.

Ωστόσο η θεραπευτική χορήγηση 30 mg x 1 πρεδνιζολόνης για 3 εβδομάδες θεωρείται ότι είναι ακίνδυνη.

 

* H δενοσουμάμπη

ενίεται υποδορίως κάθε 6ο μήνα, κυρίως σε ασθενείς, οι οποίες δεν ανέχονται τα διφωσφονικά.

Η δράση της είναι ικανοποιητική, μπορεί να χορηγείται σε χαμηλότερες τιμές GFR από ό,τι τα διφωσφονικά, όμως σε μία τέτοια περίπτωση χρειάζεται συνεργασία με ειδικό ορθοπαιδικό ή ενδοκρινολόγο.

Χορηγείται μία φορά κάθε εξάμηνο και κατά κανόνα μαζί με συμπλήρωμα ασβεστίου και βιταμίνης-D.

Η χρονική διάρκεια της θεραπείας δεν έχει προσδιοριστεί ακριβώς, αλλά η δράση της (δενοσουμάμπης) δε συνεχίζεται μετά από τη διακοπή της θεραπευτικής της χορήγησης.

 

* Εκλεκτικοί τροποποιητές των υποδοχέων οιστρογόνων (SERM), ραλοξιφαίνη, οιστρογόνα, ρανελικό στρόντιο.

Τα συγκεκριμένα δε συστήνονται σήμερα ως φάρμακα πρώτης εκλογής σε οστεοπόρωση.

Αν υπάρχει ανάγκη χορήγησής τους, συζητήστε το με το ιατρείο οστεοπόρωσης του κοντινού νοσοκομείου.

 

* Παραθορμόνη (τεριπαρατίδη):

Θεραπεία με αναβολικά, η οποία διεγείρει τη νέο-οστεογένεση.

Χορηγείται αποκλειστικά σε σοβαρή οστεοπόρωση με πολύ υψηλό κίνδυνο νέων συμπιέσεων.

Μέγιστη διάρκεια θεραπείας είναι οι 24 μήνες.

Χορηγείται μαζί με συμπλήρωμα ασβεστίου και βιταμίνης-D.

Καθημερινές ενέσεις.

Σκεύασμα, που συνταγογραφείται από ειδικό παθολόγο/ ενδοκρινολόγο.

 

* Αναλγητικά:

Ο πόνος μετά από συμπιεστικό κάταγμα σπονδύλου μπορεί να διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα και να είναι και ισχυρός. Απαιτείται επαρκής αναλγησία.

Συχνά χρησιμοποιείται κάποιο σκεύασμα-ΜΣΑΦ σε συνδυασμό με παρακεταμόλη.

Ίσως χρειαστεί χορήγηση μορφίνης.

Υπάρχουν μελέτες, που έχουν δείξει, ότι το άλγος της ΣΣ γυναικών με οστεοπορωτικά κατάγματα μειώνεται με τη σωματική άσκηση.

 

Εμβάθυνση:

www.shef.ac.uk/FRAX

(αλγόριθμος υπολογισμού 10ετούς κινδύνου για οστεοπορωτικό κάταγμα).

 

Φαρμακευτική αγωγή

 

Ασβέστιο

Δισκία 500 mg.

 

Ασβέστιο + βιταμίνη-D

Δισκία 500mg/200 IU | Δισκία 500mg/400 IU | Δισκία 500mg/800 IU.

 

Δενοσουμάμπη

Δενοσουμάμπη: Ενέσιμο διάλυμα σε προγεμισμένη σύριγγα (ενίεται υποδόρια κάθε 6ο μήνα).

 

Διφωσφονικά

Αλενδρονικό οξύ: Δισκία για εβδομαδιαία χορήγηση.

Αλενδρονικό οξύ + βιταμίνη D: Δισκία για εβδομαδιαία χορήγηση.

Ζολεδρονικό οξύ: Διάλυμα για έγχυση (1 φορά/χρόνο).

Ρισεδρονικό οξύ: Δισκία για εβδομαδιαία χορήγηση.

 

D-βιταμίνη

Βιταμίνη D:  Δισκία 400 IU (δε χρειάζεται συνταγή).

 

D-βιταμίνη. Χολεκαλσιφερόλη (D3)

Δισκία 400 IU.

Δισκία 800 IU ή 2.000 IU.

Σταγόνες 20.000 IU/mL.

Σταγόνες 80 IU/σταγόνα.

 

Παραθορμόνη

Τεριπαρίδη: Προγεμισμένη πένα.

 
Τελευταία ενημέρωση: Σεπτέμβριος 2019