Δυσανεξία στη λακτόζη, Υπολακτασία

ICD-10 : E73

Ορισμός

Έλλειψη λακτάσης, αδυναμία/ μειωμένη ικανότητα διάσπασης της λακτόζης/ σακχάρου του γάλακτος (σε γλυκόζη + γαλακτόζη).

Η κατάσταση δεν προσδιορίζεται ως νόσος, αλλά αποτελεί εκδήλωση μίας φυσιολογικής παραλλαγής της δραστηριότητας της λακτάσης στην ενήλικη ζωή.

 

Αιτία

Η πρωτοπαθής δυσανεξία στη λακτόζη είναι η πιο συνηθισμένη (λίγες χώρες, εκτός από τη Βόρεια Ευρώπη, όπου οι ενήλικοι αντέχουν το γάλα).

Στην πραγματικότητα όλα τα άτομα διαθέτουν ανοχή στη λακτόζη κατά τη νεογνική ηλικία.

Σε πρωτοπαθή δυσανεξία στη λακτόζη η δραστηριότητα της λακτάσης ελαττώνεται σταδιακά από την ηλικία των 2-3 ετών και παραμένει μειωμένη την υπόλοιπη ζωή.

 

Η δευτεροπαθής δυσανεξία στη λακτόζη είναι συνηθισμένη μετά από μία εντερική λοίμωξη, ακόμη και σε π.χ. κοιλιοκάκη, γαστρεντερίτιδα, ακτινοβολία, αλκοόλ.

Η δραστηριότητα της λακτάσης μπορεί να αποκατασταθεί, αν η αιτία της δευτεροπαθούς δυσανεξίας εκλείψει.

Σε ατομικό επίπεδο το ερώτημα είναι ποιος είναι ο βαθμός της δυσανεξίας στη λακτόζη.

 

Συμπτώματα

Τυμπανισμός από τα αέρια, αίσθημα σύσφιξης στομάχου και συχνά διάρροια. Η έναρξη μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία.

 

Διαφορική διάγνωση

Κοιλιοκάκη, αλλεργία σε αγελαδινό γάλα, λοιμώδη και φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, IBS, δυσπεψία.

 

Διερεύνηση

Ιστορικό + υποχώρηση συμπτωμάτων σε μείωση της λακτόζης και επιστροφή των ενοχλήσεων σε πρόκληση επαρκούν, για να τεθεί η διάγνωση.

 

Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με δοκιμασία ανοχής στη λακτόζη (επίπεδη καμπύλη γλυκόζης [διαφορετικά μπορεί να γίνει δοκιμασία εκπνοής υδρογόνου] και τις υποκειμενικές ενοχλήσεις).

ΠΡΟΣΟΧΗ, να μη διενεργείται η δοκιμασία ανοχής λακτόζης σε διαβητικούς!

Εναλλακτική λύση αποτελεί η δοκιμή δίαιτας φτωχής σε λακτόζη και μετέπειτα πρόκληση με ½ λίτρο γάλα (βελτίωση και αντίστοιχα επιδείνωση).

 

Η πρωτοπαθής, κληρονομική δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί να αποκαλυφθεί διαμέσου ελέγχου του γονοτύπου του DNA του ασθενή, που βασίζεται σε τεχνική-PCR (δοκιμασία ολικού αίματος, δοκιμασία DNA-αίματος ανοχής στη λακτόζη.

Ζητήστε το ως ‘‘γονότυπο-MCM6-DNA’‘ ή ως ‘‘ Υπολακτασία ενηλίκου – έλεγχος γονοτύπου’‘).

Μ’ αυτήν τη δοκιμασία μπορεί να φανεί η ύπαρξη τυχόν κληρονομικότητας για δυσανεξία στη λακτόζη, αλλά όχι η ύπαρξη επίκτητης δυσανεξίας.

Η δοκιμασία μπορεί επιπλέον να χρησιμοποιηθεί ως συμπληρωματική εξέταση στη δοκιμασία πρόκλησης – μείωσης.

Επιπλέον υπάρχει η δυνατότητα διενέργειας της δοκιμασίας αναπνοής και της βιοψίας λεπτού εντέρου.

 

Σε αλλεργία στο αγελαδινό γάλα διενεργείται το αλλεργικό δερματικό τεστ νυγμού ή η δοκιμασία RAST.

Η εργαστηριακή εικόνα δεν είναι πάντα ξεκάθαρη.

Γι’ αυτό η διάγνωση είναι κλινική και ακόμη και αυτή βασίζεται σε εξάλειψη/πρόκληση.

 

Θεραπεία

Διατροφικές οδηγίες, διατροφή φτωχή σε λακτόζη/ελεύθερη λακτόζης. Σε απουσία βελτίωσης σκεφτείτε τις διαφορικές διαγνώσεις.   Ως πρώτο μέτρο να αποφεύγεται το γάλα, το ξινόγαλο, τα παγωτά. Η ποσότητα της λακτόζης, που είναι ανεκτή, εξατομικεύεται στο κάθε άτομο, αλλά συχνά υπάρχει ανοχή στο γιαούρτι και στο βούτυρο. Το τυρί, που έχει αποθηκευτεί για περισσότερο από τρεις μήνες, συνήθως είναι καλά ανεκτό. Στην πράξη τα σκληρά τυριά, που πουλιούνται στα καταστήματα, έχουν αποθηκευτεί για τόσο χρονικό διάστημα.   Η πρόσληψη λακτόζης σε συνδυασμό με την ώρα φαγητού/ άλλο τρόφιμο συνήθως ελαττώνει τα συμπτώματα.   Η μικρή ποσότητα λακτόζης, που περιέχεται σε διάφορα φάρμακα, είναι κλινικά ασήμαντη. Είναι εξαιρετικά λίγα τα άτομα, που δεν ανέχονται τόσο μικρή ποσότητα λακτόζης. Υπάρχουν διαθέσιμα προϊόντα με χαμηλή περιεκτικότητα λακτόζης.   Ενδεχομένως η λακτάση, που χρησιμοποιείται στην παρασκευή συμπληρωμάτων. Δε χρειάζονται συνταγή. Μπορούν να χορηγηθούν ως συνιστώμενα διατροφικά προϊόντα σε παιδιά κάτω των 16 ετών και να λαμβάνονται με γεύματα, τα οποία περιέχουν λακτόζη.