Τσίμπημα μέλισσας, Τσίμπημα από σφήκα, Τσίμπημα από κουνούπι

ICD-10 : T14.0D

Συμπτώματα

(τσίμπημα από μέλισσα, σφήκα):

Συνήθως αποκλειστικά τοπικά. Καυσαλγία, κνησμός στο σημείο του κεντρίσματος.

 

Αντικειμενική εξέταση

(τσίμπημα από μέλισσα, σφήκα):

Φυσαλίδα μεγέθους 1-2 εκ. με περιβάλλουσα ερυθρότητα, κνησμό και οίδημα.

 

Διερεύνηση

(τσίμπημα από μέλισσα, σφήκα): Σπάνια σοβαρότερη αντίδραση σε επόμενο κέντρισμα.

Δε χρειάζεται διερεύνηση σε ασθενή με αποκλειστικά δερματικά συμπτώματα (εξασφαλίστε αντιισταμινικά και στεροειδές στον ασθενή).

Παραπέμψτε τους ασθενείς με επίδραση στο αναπνευστικό ή το κυκλοφορικό σε αλλεργιολογικό ιατρείο (εξασφαλίστε τον με αντιισταμινικά, στεροειδές και πένα αδρεναλίνης κατά το χρόνο αναμονής για ενδεχόμενη απευαισθητοποίηση).

Ο ασθενής ενημερώνεται να μην κάνει ένεση αδρεναλίνης πριν από την εκδήλωση συμπτωμάτων.

 

Θεραπεία

Σε κέντρισμα από μέλισσα, σφήκα: Απομακρύνετε το κεντρί. Σε τοπική αντίδραση > 10 εκ: Αντιισταμινικά από το στόμα.   Σκεφτείτε το ενδεχόμενο χορήγησης δισκίων βηταμεθαζόνης κάποιο 24ωρο σε πολύ βαριά τοπική αντίδραση.   Όλα τα άτομα με επίδραση της γενικής κατάστασης, προηγούμενη ισχυρή αντίδραση και άτομα, τα οποία δέχθηκαν κέντρισμα στη στοματική κοιλότητα ή τον οφθαλμό, πρέπει να αναζητήσουν επειγόντως ιατρική αντιμετώπιση.   Σε τσίμπημα από κουνούπι χορηγείται αντιισταμινικό από το στόμα. Λειτουργεί επίσης αποτελεσματικά ως πρόληψη κατά των συμπτωμάτων. Υδροκορτιζόνη τοπικά.   Ατομική φροντίδα: Αποτελεσματική τοπική θεραπεία αποτελεί η επάλειψη ΑΣΟ: Το δέρμα εφυγραίνεται και ένα δισκίο ακετυλοσαλικυλικού οξέος τρίβεται στο σημείο του κεντρίσματος ή εναλλακτικά 1 δισκίο διαλύεται σε περίπου 30 ml νερού και η περιοχή, στην οποία έχει γίνει το κέντρισμα διαβρέχεται με τολύπιο βαμβακιού. Ίσως άλλες ουσίες-ΜΣΑΦ να λειτουργούν παρόμοια. Εναλλακτικά μπορείτε να προμηθευτείτε από φαρμακείο σκευάσματα After-bite χωρίς συνταγή.   Φαρμακευτική αγωγή   Αδρεναλίνη (επινεφρίνη). Ακετυλοσαλικυλικό οξύ. Αντιισταμινικά: Δεσλοραταδίνη | Λοραταδίνη | Σετιριζίνη. Στεροειδή: Βηταμεθαζόνη. Υδροκορτιζόνη (στεροειδές κατηγ. Ι).