Βλέπε στο Εργαλείο εκτίμησης καρδιαγγειακού κινδύνου [UKPDS] σχετικά με το αποτέλεσμα από τα διάφορα μέτρα θεραπείας.
Σύντομη Περίληψη της Θεραπευτικής αγωγής του διαβήτη (τύπου 2) σε φυσιολογικές περιπτώσεις:
Η μετφορμίνη χορηγείται κατευθείαν σε επαναλαμβανόμενη τιμή γλυκόζης νηστείας-πλ. ≥ 7,0 mmol/L [126 mg/dl] ή (τριχοειδικό δείγμα) γλυκόζης-πλ. ≥ 12,2 mmol/L [220 mg/dL] ή
(δείγμα φλεβικού αίματος) ≥ 11,1 mmol/L [200 mg/dL] ή
HbA1c ≥ 48 mmol/mol [≥ 6,5%] σε δύο διαφορετικά δείγματα ή
σε ένα δείγμα, ενώ ταυτόχρονα η γλυκόζη-πλ. ή η γλυκόζη νηστείας-πλ. έχουν ξεπεράσει τα ανώτερα φυσιολογικά όρια.
Μέτρα αλλαγής συνηθειών ζωής (διατροφή, σωματική άσκηση, όχι κάπνισμα, όχι υπερβολικό βάρος).
Αν ο στόχος με τη χορήγηση μόνο μετφορμίνης δεν επιτυγχάνεται σε διάρκεια 3 μηνών, αρχικά πρέπει να εξετάσετε το ενδεχόμενο της χορήγησης νεότερων σκευασμάτων, δηλαδή αναστολέων-SGLT2, αναστολέων-DPP4, αναλόγων-GLP1, πιογλιταζόνης και/ ή ρεπαγλινίδης (δεν ισχύει η παλαιότερη οδηγία για χορήγηση ινσουλίνης και σουλφονυλουριών ως φαρμάκων δεύτερης εκλογής, όταν το αποτέλεσμα από τη χορήγηση μετφορμίνης είναι ανεπαρκές).
Αναστολείς DPP-4 από το στόμα ή ένεση με ανάλογο GLP-1 ως εναλλακτική λύση/συμπληρωματικά στην ινσουλίνη (+ άλλα σκευάσματα από το στόμα).
Αν χρειαστεί, δίνουμε γλιταζόνη συμπληρωματικά στη μετφορμίνη και/ή σουλφονυλουρίες (όχι σε καρδιακή ανεπάρκεια, οστεοπόρωση).
Νέα σκευάσματα αναστολέων SGLT-2. Χορηγούνται είτε ως μονοθεραπεία, όταν υπάρχει δυσανεξία στη μετφορμίνη είτε σε συνδυασμό με άλλα σκευάσματα.
Σε εγκαστεστημένη καρδιαγγειακή νόσο μπορείτε να εξετάσετε το ενδεχόμενο προσθήκης αναστολέα-SGLT-2 (Jardiance) στη μετφορμίνη, αφού μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος θνητότητας από καρδιαγγειακά αίτια καθώς και ο κίνδυνος θνητότητας γενικά.
Στατίνη σε υπερλιπιδαιμία. Οι περισσότεροι διαβητικοί ωφελούνται από τη χρήση της. Σε ταυτόχρονη καρδιαγγειακή νόσο ASA.
Αναστολείς-ΜΕΑ/ ανταγωνιστές υποδοχέων αγγειοτασίνης σε μικρολευκωματουρία, καθώς και ως πρωταρχικό φάρμακο σε ψηλή ΑΠ.
Στόχος: Γλυκόζη νηστείας-πλ. 5-6 mmol/L [90-108 mg/dL], μεταγευματική 7-8 mmol/L [126-144 mg/dL]. HbA1c < 52 mmol/mol [6,9 %]. ΑΠ < 140/85 mmHg, LDL <2,5 mmol/L [100 mg/dL] (προτιμότερο < 1,8 mmol/L [70 mg/dL], ιδιαίτερα σε συνύπαρξη καρδιαγγειακού νοσήματος). Χοληστερόλη < 4,5 mmol/L [175 mg/dL]. Σε ηλικιωμένους ασθενείς ισχύουν εξατομικευμένοι θεραπευτικοί στόχοι.
Αιτιολογία ΣΔ τύπου 2: Μειωμένη παραγωγή ινσουλίνης, καθώς και αυξημένη αντίσταση σε πρόσληψη γλυκόζης, που εξαρτάται από ινσουλίνη κυρίως στο μυοσκελετικό. Οι ειδικοί λόγοι αυτού του φαινομένου στην πραγματικότητα παραμένουν άγνωστοι. Η επίπτωση του διαβήτη τύπου-2 αυξάνεται εξαιτίας γενετικής προδιάθεσης (η οποία προκαλεί κυρίως δυσλειτουργία στα α-κύτταρα των νησιδίων του παγκρέατος), του υπερβολικού βάρους (ιδιαίτερα της κοιλιακής παχυσαρκίας), της γήρανσης, της απουσίας σωματικής άσκησης, του χρόνιου ψυχοκοινωνικού στρες, της εργασίας σε βάρδιες-/νυκτερινής εργασίας, της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ (ηπατική στεάτωση), της εγκυμοσύνης, ορισμένων φαρμάκων (ιδιαίτερα των στεροειδών και των νέων νευροληπτικών, όπως π.χ. της ολανζαπίνης), του υπερθυρεοειδισμού, της χρήσης καπνού.
Αιτιολογία 2παθούς διαβήτη: Ελλιπής παραγωγή ινσουλίνης ως επακόλουθο καταστροφής βήτα κυττάρων (προηγούμενη παγκρεατίτιδα, χειρουργικές επεμβάσεις, κακοήθεια, κυστική ίνωση, νοσήματα με εναπόθεση [αιμοχρωμάτωση, νόσος Wilson κά]).
Θεραπεία (μη-φαρμακολογική):
Το θεμέλιο της θεραπείας του διαβήτη-τύπου 2 είναι ο στόχος της βελτίωσης της ευαισθησίας στην ινσουλίνη χωρίς φάρμακα και τα μέτρα, που θα μειώσουν τον κίνδυνο επιπλοκών.
* Διακοπή καπνίσματος!
Πιθανόν να αποτελεί το πιο σημαντικό μέτρο για την πρόληψη των όψιμων επιπλοκών του διαβήτη.
* Φυσική δραστηριότητα:
Καθημερινό ταχύ βάδισμα 30 λεπτών (η καρδιακή συχνότητα πρέπει να ανεβεί στο μισό από ό,τι σε μέγιστη-προσπάθεια, που ορίζεται ως 220 μείον την ηλικία του ασθενή), ακόμη και η προπόνηση με βάρη, όταν πρόκειται για άτομο, που δεν μπορεί ή δε θέλει να γυμναστεί με άλλο τρόπο.
Τακτική φυσική δραστηριότητα εκτός από το ό,τι βελτιώνει σημαντικά την ευαισθησία στην ινσουλίνη, μειώνει επιπλέον τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακή νόσο.
Να αποφεύγεται η μακράς διάρκειας ακινησία.
Σε καθιστική εργασία να επιδιώκονται σύντομες παύσεις με ‘‘τέντωμα των ποδιών’‘.
* Απώλεια βάρους/ διατήρηση βάρους:
Ακόμη και μία μικρή μείωση βάρους επηρεάζει σαφώς το επίπεδο της γλυκόζης, των λιπιδίων και της ΑΠ. Δεν έχει αποδειχτεί ότι η μείωση του βάρους ενός ασθενή με υπερβολικό βάρος μέτριου βαθμού, που πάσχει από διαβήτη-τύπου 2, οδηγεί σε ελάττωση της βαριάς νοσηρότητας και θνητότητας.
Όσο αφορά άτομα με υπερβολικό βάρος μέτριου βαθμού, συνιστάται τουλάχιστον διατήρηση του βάρους, αν δεν υπάρχουν ειδικοί ιατρικοί λόγοι, που να συνηγορούν για μείωσή του. Σχετικά με άτομα με παχυσαρκία σοβαρού βαθμού (ΔΜΣ > 35) υπάρχουν σαφή οφέλη για την υγεία τους από μία μείωση του βάρους, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η βελτίωση της διάθεσης, η μείωση των ενοχλήσεων από τις αρθρώσεις κ.ά.
Η χειρουργική αντιμετώπιση με γαστρικό by-pass ατόμων με σοβαρή παχυσαρκία τεκμηριωμένα μπορεί να θεραπεύσει το διαβήτη στο 50% περίπου των περιπτώσεων.
* Διατροφή:
Η οδηγία, που έχει καθιερωθεί, είναι ότι πρέπει να διατηρούνται χαμηλά τα επίπεδα πρόσληψης ενέργειας/λιπών και -υδατανθράκων. Αυτό μειώνει την HbA1c και το βάρος. Γενικά εκείνο που ισχύει είναι η συχνή πρόσληψη μικρών ποσοτήτων τροφής και η επιλογή διατροφικών προϊόντων πλούσιων σε φυτικές ίνες από αλεύρι ολικής άλεσης, καθώς και η μικρότερη πρόσληψη κορεσμένων λιπών, η αυξημένη πρόσληψη ακόρεστων και πολύ-ακόρεστων λιπών (ψαριών), λαχανικών και οσπρίων.
Ισχύει το μοντέλο (ή η δίαιτα) του πιάτου, ωστόσο με τη μισή ποσότητα ζυμαρικών/ρυζιού/πατάτας συγκριτικά με ό,τι αναφέρεται για λαχανικά και βολβούς λαχανικών.
Συστήνεται η αύξηση της ποσότητας των (σύνθετων) υδατανθράκων βραδείας απορρόφησης και η μείωση της ποσότητας των (απλών) υδατανθράκων ταχείας απορρόφησης.
Σε ορισμένα άτομα – είναι αδύνατο να προσδιοριστεί ποια κατηγορία ακριβώς – υπάρχει όφελος από τον περιορισμό του αλατιού. Βλέπε το υποκεφάλαιο Μεταβολικό σύνδρομο και αντίστοιχα Υπερβολικό βάρος στο παρόν κεφάλαιο.
Συνεχίζονται οι μελέτες για τον προσδιορισμό της ιδανικής δίαιτας για διαβητικούς.
Μέχρι σήμερα συστήνεται η παραδοσιακή δίαιτα για το διαβητικό (500 gr φρούτα & λαχανικά/ημερησίως, ψάρια 2-3 φορές/εβδομάδα, ποικιλίες ψωμιού, ζυμαρικών ολικής άλεσης κτλ, τρόφιμα με τη σήμανση της κλειδαρότρυπας, [ειδική σήμανση της εθνικής σουηδικής υπηρεσίας τροφίμων.
Βλέπε σχετικά: Swedish National Food Agency’s Keyhole symbol] ρευστή μαργαρίνη/λάδια).
Σχετικά με τα παραπάνω συνιστώνται ακόμη και διαφορετικές δίαιτες με χαμηλό γλυκαιμικό [GI] δείκτη (λιγότερη ζάχαρη, ψωμί, ζυμαρικά, ρύζι κά), καθώς και η μεσογειακή δίαιτα.
Δίαιτες με υπερβολές, πχ πρόσληψη πολύ λίγων υδατανθράκων μαζί με άφθονα λιπαρά, δεν έχει φανεί ότι ωφελούν περισσότερο από ό,τι η μείωση γενικά του συνόλου της προσλαμβανόμενης ενέργειας, όταν αφορά τη μείωση βάρους. Μπορείτε ωστόσο να δοκιμάσετε διαφορετικές τακτικές διατροφής σε ασθενείς, που ενδιαφέρονται με την προοπτική ότι θα ακολουθεί και επανεκτίμηση.
Ορισμένοι διαβητικοί τα καταφέρνουν χωρίς φαρμακευτική αγωγή, εφόσον ελαττώσουν δραστικά το ψωμί, το ρύζι, τα ζυμαρικά, τις πατάτες, τα γλυκίσματα και αναψυκτικά και, αντί με τα προηγούμενα, να χορταίνουν με κρέας, ψάρια, αυγά και συνηθισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Ωστόσο προσέξτε ότι σε όλα τα άτομα, στα οποία έχει μπει η διάγνωση του διαβήτη, συστήνεται χορήγηση μετφορμίνης. Η παρακολούθηση μακράς διάρκειας λείπει για τις διατροφικές τακτικές με υπερβολές. Μπορείτε να παραπέμπετε σε διαιτολόγους.
Τιμές-στόχοι: (Σημειώστε ότι οι παρακάτω τιμές αποτελούν απλώς τον προσδιορισμό ενός στόχου, μίας επιδίωξης!). Είναι απαραίτητη η εξατομικευμένη εκτίμηση για κάθε ασθενή, πόσο μακριά μπορεί να φτάσει κάποιος στην πράξη με σεβασμό στην ηλικία του ασθενή, τα κίνητρά του, τους διάφορους παράγοντες κινδύνου, την ποιότητα ζωής του, άλλα νοσήματα κ.ά.
Μία μικρή αλλαγή είναι καλύτερη από ό,τι καθόλου και το περισσότερο είναι καλύτερο από το λιγότερο.
Σε διαβήτη τύπου 2, που μόλις έχει διαγνωστεί σε νεότερους ασθενείς, είναι σημαντική η εντατική θεραπευτική μείωση των επιπέδων γλυκόζης.
Μειώνει τον κίνδυνο για καρδιαγγειακό νόσημα και οφθαλμικές βλάβες.
Το όφελος από την εντατική θεραπευτική μείωση της γλυκόζης είναι πιο ασαφές σε ασθενείς, που πάσχουν ήδη από τη νόσο 5-10 έτη).
Γλυκόζη-πλ. προγευματική: < 6 mmol/L [108 mg/dL].
Γλυκόζη-πλ. μεταγευματική: < 8-9 mmol/L [144-162 mg/dL].
Τιμή-στόχος της HbA1c σε διαβήτη τύπου 2:
≤ 42 mmol/mol [6%] ιδιαίτερα σε διαβήτη μέτριου βαθμού, που μόλις έχει διαγνωστεί σε ασθενή νεαρής ηλικίας.
42-52 mmol/mol [6%-6,9%] σε άτομα με ΣΔτ2 διάρκειας ως 10 ετών.
52-62 mmol/mol [6,9%-7,8%] σε άτομα με ΣΔτ2 >10 ή σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.
≤ 72 mmoL/mol [8,7%] σε άτομα με μικρό προσδόκιμο ζωής, στα οποία ο μόνος σκοπός είναι να επιτευχθεί καλό επίπεδο ζωής (οι μακροχρόνιες επιπτώσεις του ΣΔτ2 σε αυτά τα άτομα δεν αποτελούν στοιχείο πρώτης προτεραιότητας).
HbA1c σε διαβήτη τύπου 1: < 52 mmol/mol [6,9%].
Ολική χοληστερόλη: < 4,5 mmol/L [175 mg/dL].
LDL- χοληστερόλη: < 2,5 mmol/L [100 mg/dL]
(Σύμφωνα με τις σουηδικές κατευθυντήριες οδηγίες < 1,8 mmol/L [70 mg/dL], όταν συνυπάρχει καρδιαγγειακή νόσος / επίδραση της νεφρικής λειτουργίας).
HDL- χοληστερόλη σε γυναίκες > 1,3 mmol/L [50 mg/dL].
HDL- χοληστερόλη σε άντρες > 1,0 mmol/L [39 mg/dL].
Τριγλυκερίδια < 1,7 mmol/L [151 mg/dL].
ΔΜΣ σε άντρες < 25 (φυσιολογικά όρια τιμών 25-27, > 27 θεωρούνται μη ικανοποιητικά).
ΔΜΣ σε γυναίκες < 24 (φυσιολογικά όρια τιμών 24-26, > 26 θεωρούνται μη ικανοποιητικά).
Η HbA1c αποτελεί στην πράξη την πιο σημαντική παράμετρο για τον έλεγχο του μεταβολισμού της γλυκόζης. Καθρεφτίζει τα επίπεδα γλυκόζης αίματος τις τελευταίες 6-8 εβδομάδες. Αν έχει ρυθμιστεί σωστά η HbA1c, συνήθως είναι και οι υπόλοιπες παράμετροι στα φυσιολογικά επίπεδα.
Αν η HbA1c είναι 42 mmol/mol [6%], 52 mmol/mol [6,9%], 62 mmol/mol [7,8%] και αντίστοιχα 72 mmol/mol [8,7%], αντιστοιχούν μέσες τιμές γλυκόζης στη διάρκεια του 24ωρου σε τιμές περίπου: 7-, 8,5-,10-, και αντίστοιχα 11,5 mmol/L [125-, 150-, 180- και αντίστοιχα 200 mg/dL].
Όταν εκείνο που απαιτείται είναι μόνο η απουσία συμπτωμάτων και όχι η πρόληψη (σε ηλικιωμένους, πολυασθενείς), προτείνεται η τιμή της HbA1c να είναι < 72 mmol/mol [8,7%].
Είναι άγνωστο το όφελος από τη μείωση των λιπιδίων σε ασθενείς > 75 ετών.
Η ‘‘γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη ή γλυκόζη μακρού χρονικού διαστήματος’‘ HbA1c προσδιορίζεται σε ποσοστό % (στο σουηδικό πρωτότυπο και γενικά στη Σουηδία, αλλά και τις περισσότερες από τις χώρες του βορειοδυτικού κόσμου, μετριέται σε: mmol/mol). Μπορείτε να βρείτε πίνακα μετατροπής από μέτρηση % σε mmol/mol στο:
1. www.hba1c.nu ή στο
2. http://www.diabetes.co.uk/hba1c-units-converter.html
3. http://www.ngsp.org/convert1.asp
Βλέπε επίσης στο ‘‘ www.dtu.ox.ac.uk/riskengine ’‘ σχετικά με τις επιδράσεις των διάφορων θεραπευτικών μέτρων.