Βλέπε επίσης το αντίστοιχο υποκεφάλαιο στο κεφάλαιο των μυοσκελετικών νοσημάτων, καθώς και στα ενδοκρινικά νοσήματα.
Καταστάσεις με άλγος σχετικές με το κινητικό και στηρικτικό σύστημα, στις οποίες ποικίλουν η χρονιότητα και η ένταση.
1. Σκελετικά:
Οστεοπόρωση με συμπίεση σπονδύλων, σπονδυλική στένωση, σπονδύλωση/ σπονδυλαρθρίτιδα.
2. Σχετιζόμενα με αρθρώσεις:
Οστεοαρθρίτιδα, ουρική αρθρίτιδα, ρευματοειδής αρθρίτιδα, πυροφωσφορική αρθροπάθεια.
3. Μυοσκελετικά:
Ρευματική πολυμυαλγία. Παρενέργειες στατινών.
Κινητική ανησυχία, δέρμα ξηρό ή υγρό περισσότερο από το κανονικό, μεγαλοκορία, ακατάστατη συμπεριφορά, ο ασθενής ασχολείται με συγκεκριμένο σημείο του σώματός του.
Η οστεοπόρωση είναι ασυμπτωματική, μέχρι να συμβεί κάποιο κάταγμα.
Το ατομικό ιστορικό σε συμπίεση σπονδύλου περιλαμβάνει οξεία έναρξη ραχιαλγίας, συχνά μετά από ήπιο εξωτερικό τραυματισμό (π.χ. σκόνταψε σε κατώφλι).
Το οξύ άλγος μπορεί να είναι τέτοιας έντασης, ώστε να χρειάζεται νοσοκομειακή περίθαλψη.
Η διάρκειά του είναι εβδομάδες μέχρι μήνες.
Μετά από επανειλημμένες συμπιέσεις το άλγος μπορεί να γίνει χρόνιο.
Πυροφωσφορική αρθρίτιδα:
Αρθρίτιδα, που συνδυάζεται με εναπόθεση πυροφωσφορικών κρυστάλλων, δημιουργεί μία κλινική εικόνα παρόμοια με εκείνη της οξείας προσβολής από ουρική αρθρίτιδα.
Η ρευματική πολυμυαλγία προκαλεί καταστάσεις άλγους στον ώμο – την περιοχή του βραχίονα, καθώς και στο ισχίο – την περιοχή του μηρού, κόπωση, πρωινή δυσκαμψία και συχνά καταθλιπτική διάθεση και μείωση σωματικού βάρους.
Επιπλέον προκαλεί αυξημένη ΤΚΕ, συχνά μέχρι την τιμή του 100, συχνά ήπια αναιμία και ελαφρώς αυξημένες τιμές ηπατικών ενζύμων.
Η πυροφωσφορική αρθρίτιδα μπορεί να αποτελεί εκδήλωση υποκείμενης νόσου, όπως υποθυρεοειδισμού, υπερπαραθυρεοειδισμού και αιμοχρωμάτωσης, ενώ κλινικά υπάρχει δυσχέρεια στο να διαφοροδιαγνωστεί από την ουρική αρθρίτιδα.
Ελέγξτε την TSH, το ασβέστιο-ορ, την αλβουμίνη-ορ, το Fe-ορ, TIBC και ουρικό οξύ-ορ.
Η εργαστηριακή ανάλυση του αρθρικού υγρού αποκαλύπτει κρυστάλλους πυροφωσφορικού ασβεστίου.
Σε ρευματική πολυμυαλγία γίνεται έλεγχος της ΤΚΕ, της Hb και των ηπατικών ενζύμων.
Βλέπε επίσης και το αντίστοιχο υποκεφάλαιο στο κεφάλαιο των μυοσκελετικών νόσων, καθώς και στα ενδοκρινολογικά νοσήματα.